Αγιολογικά

Κωνσταντίνος και Ελένη οι Ισαπόστολοι, Άγιοι

Ο Μέγας Κωνσταντίνος γεννήθηκε στη Ναϊσσό της Άνω Μοισίας, τη σημερινή Νις της Σερβίας μεταξύ των ετών 272-288. Μητέρα του ήταν η αγία Ελένη, θυγατέρα ενός πανδοχέως από το Δρέπανο της Βιθυνίας. Το 305 ο Κωνσταντίνος υπηρετεί στην αυλή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού στη Νικομήδεια με το αξίωμα του χιλίαρχου. Το ίδιο έτος οι δύο Αύγουστοι, Διοκλητιανός και Μαξιμιανός, παραιτούνται από τα αξιώματά τους και αποσύρονται. στο ύπατο αξίωμα του Αυγούστου προάγονται ο Κωνστάντιος ο Χλωρός στη Δύση και ο Γαλέριος στην Ανατολή. Ο πρώτος πέθαίνει στις 25 Ιουλίου του 306 και ο στρατός ανακηρύσσει Αύγουστο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κάτι που δεν αποδέχθηκε ο Γαλέριος. Ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται με τον Μαξέντιο, υιό του Μαξιμιανού, ο οποίος πλεονεκτούσε στρατηγικά, επειδή διέθετε τετραπλάσιο στράτευμα και ο στρατός του Κωνσταντίνου ήταν ήδη καταπονημένος. Ευρισκόμενος σε δύσκολη θέση, μην έχοντας καμία βοήθεια εκτός από την επίκληση της δυνάμεως του Θεού. Άρχισε, λοιπόν, να προσεύχεται στον Θεό και ενώ προσευχόταν, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού που έγραφε «τούτῳ νίκα». Έχοντας ως σημαία του το Χριστιανικό λάβαρο, αρχίζει να προελαύνει προς την Ρώμη εκμηδενίζοντας κάθε αντίσταση. Το Φεβρουάριο του 313 στα Μεδιόλανα, όπου γίνεται ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επέρχεται μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο ανδρών που καθιερώνει την ανεξιθρησκεία στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ο Μέγας Κωνσταντίνος είναι αυτός που αντιμετώπισε αποτελεσματικά την αίρεση του Αρείου, συγκαλώντας το 321 την Πρώτη Οικουμενική Σύνοδο, στη Νίκαια της Βιθυνίας, η οποία καταδίκασε τον Άρειο και τις αιρετικές του δοξασίες. Κατά τον Απρίλιο του 337 ο άγιος αισθάνεται τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα κάποιας ασθένειας. Βλέποντας όμως την υγεία του να επιδεινώνεται θεώρησε σκόπιμο να μεταβεί στην πόλη Ελενόπολη της Βιθυνίας, που είχε ονομασθεί έτσι λόγω της μητέρας του. Εκεί παρέμεινε στο ναό των Μαρτύρων, αναπέμποντας ικετήριες ευχές και λιτανείες προς τον Θεό. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αντιλαμβάνεται πως η ζωή του πλησιάζει στο τέλος της. Μετανοεί και βαπτίζεται και δεν ξαναφορά τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337. Η αγία Ελένη γεννήθηκε στο Δρέπανο της Βιθυνίας της Μικράς Ασίας περί το 247. Φαίνεται ότι ήταν ταπεινής καταγωγής. Μεταξύ των ετών 272 - 288 γέννησε στη Ναϊσσό της Μοισίας τον Κωνσταντίνο. Ο Μέγας Κωνσταντίνος τιμούσε ιδιαίτερα τη μητέρα του. Της απένειμε τον τίτλο της Αυγούστας, έθεσε τη μορφή της επί νομισμάτων και έδωσε το όνομά της σε μία πόλη της Βιθυνίας. Η αγία έδειξε την ευσέβεια της με πολλές ευεργεσίες και με την ανοικοδόμηση εκκλησιών στη Ρώμη, στην Κωνσταντινούπολη (Αγίων Αποστόλων), στη Βηθλεέμ (βασιλική της Γεννήσεως) και επί του Όρους των Ελαιών (βασιλική της Γεθσημανή). Η Αγία Ελένη πήγε το 326 στην στην Ιερουσαλήμ, όπου βρήκε τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου. Επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, ένα χρόνο μετά την εύρεση του Τιμίου Σταυρού του Κυρίου, η αγία Ελένη πέρασε και από την Κύπρο, όπου ίδρυσε Μονή στο Σταυροβούνι, κοντά στην Λευκωσία. Η αγία Ελένη κοιμήθηκε με ειρήνη το 327.